Απομάκρυνση ανηλίκου τέκνου από τον νόμιμο κηδεμόνα του. Πότε θεωρείται αρπαγή ανηλίκου, και πότε αυτοδικία? Πότε υπάρχει παραβίαση δικαστικής απόφασης.

Στις μέρες μας πολύ συχνά ακούμε περιστατικά όπου σε σφοδρές οικογενειακές αντιδικίες, ο/η εν διαστάσει σύζυγος ή ο/η διαζευγμένος/η γονέας, λαμβάνει την απόφαση να απομακρύνει το τέκνο από το πρόσωπο που ασκεί ή συνασκεί την νόμιμη επιμέλεια του ή να παραβιάσει τους όρους επικοινωνίας με το τέκνο, αρνούμενος την επιστροφή του. Το πρόσωπο το οποίο προβαίνει στις ως άνω πράξεις υπέχει ποινικές ευθύνες. Για να διαγνωστεί, όμως ποιο αδίκημα τελείται, πρέπει αρχικά να εξεταστεί, ποιος ασκεί νόμιμα την επιμέλεια, αν υπάρχει δικαστική απόφαση, ποιοι οι όροι της επικοινωνίας με τα τέκνα και αν τυχόν υπάρχει σκοπός επιστροφής του τέκνου.

Η Αρπαγή ανηλίκου.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 324 παρ.1, 2 ΠΚ ορίζει ότι «Όποιος αφαιρεί ανήλικο από τους γονείς, τους  επιτρόπους ή από οποιονδήποτε δικαιούται να  μεριμνήσει για το πρόσωπο του ή όποιος υποστηρίζει  την εκούσια διαφυγή του ανηλίκου από την εξουσία  των παραπάνω προσώπων τιμωρείται με φυλάκιση.  Αν ο ανήλικος από τη στέρηση της επιμέλειας  διέτρεξε σοβαρό κίνδυνο ζωής ή βαριάς βλάβης της  υγείας του, ο δράστης τιμωρείται με φυλάκιση  τουλάχιστον ενός έτους.    2. Αν ο ανήλικος δεν έχει συμπληρώσει τα δεκατέσσερα χρόνια του, δεκατέσσερα έτη, επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη, εκτός εάν η πράξη τελέστηκε από ανιόντα,  οπότε εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος. Σε  κάθε περίπτωση, αν ο υπαίτιος τέλεσε την πράξη από  κερδοσκοπία ή με σκοπό να μεταχειριστεί τον  ανήλικο σε ανήθικες ασχολίες ή να επιτύχει τη  μεταβολή της οικογενειακής τάξης του ανηλίκου  επιβάλλεται κάθειρξη έως δέκα έτη».

Προκύπτει λοιπόν ότι το έγκλημα της αρπαγής ανηλίκου συνίσταται στην κατάλυση από τον δράστη της επι του ανηλίκου εξουσίας, η οποία συντελείται με την απομακρυνση του ανηλίκου από τον έχοντα την επιμέλειά του κατά τέτοιο τρόπο (χρονικό και τοπικό) που αποκλείει ολοσχερώς την άσκηση αυτής της εξουσίας από τον τελευταίο. Αυτή δε η κατάλυση μπορεί να λάβει χώρα με τους εξής τρόπους: αφενός με την αφαίρεση του ανηλίκου και αφετέρου με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο υποστήριξη της εκούσιας φυγής του ανηλίκου.

Κατ΄ουσία αυτό το έγκλημα προσβάλλει το έννομο αγαθό της προσωπικής ελευθερίας του ανηλίκου και φυσικά στρέφεται και κατά των προσώπων που έχουν την επιμέλεια του ανηλίκου αφού τους αποστερεί την άσκηση αυτού του δικαιώματος. Δράστης επομένως αυτού του εγκλήματος δύναται να είναι και ο γονέας που στερείται την επιμέλεια του ανηλίκου και τον αφαιρεί από τον έτερο γονέα ή από τυχόν τρίτο πρόσωπο που είναι επιφορτισμένο με την άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου (λόγου χάρη επίτροπος, συγγενής κλπ). Επιπλέον, ως αφαίρεση ανηλίκου νοείται η απομάκρυνση αυτού από τον τόπο της διαμονής του και η παραμονή του σε άλλον, που γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε το πρόσωπο που έχει δικαίωμα να ασκεί την επιμέλειά του, αποστερείται πλήρως την δυνατότητα επίβλεψης και ανατροφής του. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η απομάκρυνση πρέπει να έχει μια χρονική διάρκεια, σαφώς μεγαλύτερη της παροδικής, ώστε εν τοις πράγμασι να επηρεάζει την άσκηση της επιμέλειας. Το τελευταίο αυτό στοιχείο επηρεάζεται και κρίνεται με βάση τις ειδικές περιστάσεις του ανηλίκου, όπως ηλικία, υγεία κλπ.

Περαιτέρω, ενόψει του ότι κατ΄αρθρο 1518 ΑΚ, η επιμέλεια ανηλίκου περιλαμβάνει το σύνολο των καίριων επιλογών, όσον αφορά τα σχετικά με την ανάπτυξη της σωματικής αλλά και της ψυχοπνευματικής προσωπικότητας του ανηλίκου, όπως λόγου χάρη την μόρφωση, την υγεία, την ένδυση κλπ, αποστέρηση της επιμέλειας καταφάσκεται όταν υπάρχει πλήρης αδυναμία καθορισμού των άνω επιλογών, όταν δηλαδή έχει αντικειμενικά καταλυθεί η σχέση ανηλίκου και έχοντος την επιμέλεια, και όχι όταν απλώς διαταράχθηκε όλως παροδικά. Απαιτείται λοιπόν σημαντική χρονική διάρκεια, διότι διαφορετικά μια βραχυχρόνια απομάκρυνση ανηλίκου, δίχως συνέπειες στην υγεία ή στην ηθική του ανηλίκου, αποτελεί απλή διατάραξη της επιμέλειας, και όχι κατάλυση αυτής. Για να καταφαθεί το έγκλημα της αφαίρεσης ανηλικου απαιτείται ο δράστης να έχει δόλο οποιουδήποτε βαθμού, δηλαδή να γνωρίζει την ανηλικότητα και ότι ο ανήλικος τελεί υπο γονική μέριμνα, επιμέλεια ή σε τέτοια σχέση που βάσει αυτής άλλο πρόσωπο δικαιούται να μεριμνήσει για το πρόσωπό του και να θέλει/αποδέχεται την αφαίρεση του ανηλίκου από το κατά τα ανωτέρω πρόσωπο. Τέλος, μπορεί να μεταβληθεί επιτρεπτά η κατηγορία από αρπαγή ανηλίκου σε αυτοδικία, καθώς η τελευταία διαφοροποιείται μόνο κατά το περιεχόμενο του δόλου και όχι κατά τα αντικειμενικά στοιχεία.

Η Αυτοδικία.

Από το συνδυασμό των άρθρων 324 ΠΚ, 1518 ΑΚ και 1510 και 1512 ΑΚ συνάγεται ότι η επιμέλεια ενός ανηλίκου προσώπου και η ανατροφή του ασκείται και από τους δύο γονείς, γι αυτό και δράστης αρπαγής ανηλίκου μπορεί να γίνει ένας γονέας όταν έχει στερηθεί το δικαίωμα επιμέλειας με δικαστική απόφαση. Όσο οι γονείς βρίσκονται σε φυσική διάσταση, δίχως να έχει ακόμη εκδοθεί δικαστική απόφαση που να αναθέτει την επιμέλεια του ανηλίκου στον γονέα με τον οποίο το τέκνο διαμένει και από τον οποίο περιθάλπτεται, η τυχόν αφαίρεσή του από τον άλλο γονέα δεν συνιστά αρπαγή ανηλίκου καθώς δεν πληροί τους όρους της αντικειμενικής υπόστασης του άρθρου 324 ΠΚ. Όμως, στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αφαίρεση του ανηλίκου από τον άλλο γονέα δίχως την σύμφωνη γνώμη του συνιστά αυθαίρετη άσκηση αξίωσης σχετικά με ένα δικαίωμα που ο δράστης ή το έχε πραγματικά ή από πεποίθηση το οικειοποιείται, οπότε στοιχειοθετείται η αυτοδικία του άρθρου 331 ΠΚ. (ΑΠ 712/2018)

Η Παραβίαση Δικαστικής Απόφασης.

Διαφορετικό ζήτημα είναι το επίσης συχνό φαινόμενο όπου ο γονέας που στερείται βάσει δικαστικής απόφασης την επιμέλεια τέκνου, το παραλαμβάνει βάσει της ανωτέρω δικαστικής απόφασης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δεν το παραδίδει μετά την λήξη του, και το οποίο παρά τις επανειλημμένες συζητήσεις που δημιουργεί, κατά την μάλλον κρατούσα στη θεωρία άποψη αντιμετωπίζεται ως παραβίαση δικαστικής απόφασης του άρθρου 169Α ΠΚ, δεδομένου ότι από τη στιγμή που ο γονέας έχει ήδη το τέκνο νόμιμα λόγω της δικαστικής απόφασης έστω και προσωρινά και δεν το αφαιρεί ώστε να διαπράττει αρπαγή ανηλίκου. Διαφορετική ωστόσο είναι η περίπτωση που ο ασκών την επικοινωνία δηλώνει ότι δεν θα επιστρέψει το τέκνο ή με ενέργειές του στερεί από τον ασκών την επιμέλεια το νόμιμο δικαίωμά του. Τότε μπορεί να στοιχειοθετηθεί και ευθύνη αρπαγής ανηλίκου.