Τα κληρονομικά δικαιώματα του θετού τέκνου. Τα αποτελέσματα της υιοθεσίας στις σχέσεις θετών και φυσικών γονέων.

Με τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 2447/1996 «Κύρωση ως κώδικα του σχεδίου νόμου “Υιοθεσία, επιτροπεία και αναδοχή ανηλίκου, δικαστική συμπαράσταση, δικαστική επιμέλεια ξένων υποθέσεων και συναφείς ουσιαστικές, δικονομικές και μεταβατικές διατάξεις»», το δέκατο τρίτο Κεφάλαιο του Τέταρτου Βιβλίου του Αστικού Κώδικα που αναφέρεται στην υιοθεσία (άρθρα 1568 έως 1588) καταργήθηκε στο σύνολό του. Στη θέση των ήδη καταργημένων με το άρθρο 17 του Ν. 1329/1983 άρθρων 1542 έως 1567 του Αστικού Κώδικα και των καταργούμενων με την προηγούμενη παράγραφο διατάξεων ετέθη νέο κεφάλαιο δέκατο τρίτο με το ακόλουθο περιεχόμενο: «KEΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ, ΥΙΟΘΕΣΙΑ, άρθρο 1542 … 1588″. Έτσι, μετά την έναρξη ισχύος του προρρηθέντος νόμου (30-12-1996), καταργήθηκε η διάταξη του μέχρι τότε ισχύοντος άρθρου 1583 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία «Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από τη συγγένεια μεταξύ του θετού τέκνου και της φυσικής του οικογένειας μένουν αμετάβλητα, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά». Τούτο βεβαίως ήταν σύμφωνο με τις λοιπές περί υιοθεσίας διατάξεις, οι οποίες δεν προέβλεπαν, όπως υπό το ισχύον νομικό καθεστώς, τη διακοπή του συγγενικού δεσμού του υιοθετουμένου με τη φυσική οικογένεια.

Εξ ετέρου, σύμφωνα με τη νέα διάταξη του άρθρου 1561 εδ. α΄ ΑΚ, όπως αυτή τέθηκε και ισχύει με το Ν. 2447/1996 (30-12-1996), ορίζεται ότι «Με την υιοθεσία διακόπτεται κάθε δεσμός του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια … και ο ανήλικος εντάσσεται πλήρως στην οικογένεια του θετού γονέα του». Με το ως άνω άρθρο, όπως και στην Εισηγητική Έκθεση του κυρωθέντος σχεδίου νόμου αναφέρεται, εισήχθη ριζοσπαστική αλλαγή στο ζήτημα των εννόμων αποτελεσμάτων της υιοθεσίας με την πλήρη διακοπή κάθε δεσμού του ανηλίκου με τη φυσική του οικογένεια και την πλήρη ένταξη αυτού στην οικογένεια των θετών γονέων. Αφ’ ης στιγμής, λοιπόν, μετά την υιοθεσία δεν υφίσταται οικογενειακός δεσμός του υιοθετουμένου με τη φυσική του οικογένεια, αυτός στερείται των εκ της συγγενείας απορρεόντων δικαιωμάτων, συνεπώς και των κληρονομικών.

Περαιτέρω, στο διαχρονικού δικαίου άρθρο 57 του Κώδικα, που κυρώθηκε με το Ν. 2447/1996 ορίζεται, στην παρ. 1 αυτού, ότι «Με εξαίρεση τις ρυθμίσεις που ακολουθούν, υιοθεσίες που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος αυτού του νόμου διέπονται ως προς το κύρος τους και τα έννομα αποτελέσματα από το έως τώρα δίκαιοΟι διατάξεις όμως των άρθρων 1569 έως 1577 του Αστικού Κώδικα εφαρμόζονται και στις υιοθεσίες που τελέσθηκαν υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς» και στην παρ. 3 ότι «Στις περιπτώσεις υιοθεσιών ανηλίκων που έγιναν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος, ο θετός γονέας έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο, με αίτησή του που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, την πλήρη ένταξη του τέκνου στην οικογένειά του, σύμφωνα με τα άρθρα 1561 έως 1566 του Αστικού Κώδικα. Για την αλλαγή αυτή πρέπει να συναινεί και το τέκνο που συμπλήρωσε το δωδέκατο έτος της ηλικίας του και σε κάθε περίπτωση πρέπει, ανάλογα με την ωριμότητά του, να ακούεται η γνώμη του. Για τη συναίνεση ή την ακρόαση του θετού τέκνου τηρείται η διαδικασία της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 800 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».

Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, ότι οι υιοθεσίες που αφορούν ανήλικο και έγιναν υπό το κράτος του προϊσχύσαντος του Ν. 2447/1996 δικαίου διέπονται ως προς τα αποτελέσματά τους από το δίκαιο τούτο, εφόσον ο θετός γονέας δεν έχει ζητήσει, κατά την παρ. 3 του ως άνω άρθρου 57 του Κώδικα, την πλήρη ένταξη του θετού τέκνου στην οικογένειά του.  Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, το θετό τέκνο, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 1583 ΑΚ, (όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί από το Ν. 2447/1996), έχει κληρονομικό δικαίωμα έναντι των φυσικών γονέων του, έστω και αν το δικαίωμα αυτό γεννήθηκε μετά την 30ή-12-1996, ότε άρχισε η εφαρμογή του Ν. 2447/1996. Άλλως ειπείν, σε περίπτωση υιοθεσίας που τελέσθηκε πριν τεθεί σε εφαρμογή το νέο δίκαιο (30.12.1996) και το θετό τέκνο απεβίωσε μετά την 30ή.12.1996, χωρίς να έχει προηγηθεί η δήλωση της παρ. 3 του άρθρου 57 του Ν. 2447/1996 από τον μόνο νομιμοποιούμενο προς τούτο θετό γονέα ή διότι ο τελευταίος είχε αποβιώσει πριν την 30ή.12.1996, εφαρμόζεται το προ του Ν. 2447/1996 δίκαιο και συγκεκριμένα η διάταξη του μέχρι τότε ισχύοντος άρθρου 1583 ΑΚ, και το θετό τέκνο, που για τους άνω λόγους, δεν εντάχθηκε πλήρως στην οικογένεια του θετού γονέα, διατηρεί τους δεσμούς με την φυσική του οικογένεια. Τούτο έχει ως συνέπεια, μεταξύ άλλων, και την αναγνώριση αμοιβαίου κληρονομικού δικαιώματος, κατά τους όρους των άρθρων 1813 επ. ΑΚ. Έτσι, αν προαποβιώσει το θετό τέκνο, χωρίς να αφήσει διαθήκη, κληρονομείται μόνον από τους φυσικούς του συγγενείς -ακόμη και από τους απώτερους – και όχι από το θετό του γονέα, έστω και αν το δικαίωμα αυτό γεννήθηκε (με τον θάνατο του θετού τέκνου), μετά την 30ή.12.1996, οπότε άρχισε η εφαρμογή του ν. 2447/1996.

Όσον αφορά, δε, στην προαναφερθείσα παρ. 3 του άρθρου 57 του Ν. 2447/1996, με την παραπομπή της εν λόγω διάταξης στα άρθρα 1561 έως 1566 ΑΚ καθίσταται σαφές, ότι η ως άνω πλήρης ένταξη συνεπάγεται αναγκαία και την αποκοπή των δεσμών του θετού τέκνου με τη φυσική του οικογένεια. Πρόθεση, επομένως, του νομοθέτη είναι να παράσχει ένα χωρίς προθεσμία ένδικο βοήθημα με το οποίο θα επιδιώκεται η μετάπλαση της ατελούς υιοθεσίας ανηλίκου του προϊσχύσαντος δικαίου σε πλήρη του νέου. Έτσι, η εν λόγω διάταξη παρέχει το δικαίωμα στο θετό γονέα, σε υιοθεσία ανηλίκου που συντελέστηκε πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και κατ’ ακολουθία είναι ατελής ως προς τα αποτελέσματά της, ενόψει των νέων ρυθμίσεων των άρθρων 1561-1566 ΑΚ να ζητήσει από το δικαστήριο με αίτησή του που δικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, η οποία είναι απρόθεσμη, τη μετάπλαση της υιοθεσίας σε πλήρη, με την πλήρη ένταξη του τέκνου στην οικογένειά του κατά τους ορισμούς των ΑΚ 1561-1566 για την ποιοτική αναβάθμιση του συγγενικού δεσμού που δημιουργείται με την υιοθεσία. Προς τούτο απαιτείται η συναίνεση και του τέκνου που συμπλήρωσε το 12ο έτος της ηλικίας του και σε κάθε περίπτωση ανάλογα με την ωριμότητά του, η ακρόαση και της δικής του γνώμης κατά τη διαδικασία, και στις δύο περιπτώσεις, του άρθρου 800 παρ. 2 ΚΠολΔ. Αναφορικά με τη νομιμοποίηση για την υποβολή της αίτησης του άρθρου 57 παρ. 3 του Ν. 2447/1996, η ίδια η διάταξη ορίζει ως μόνο νομιμοποιούμενο πρόσωπο το θετό γονέα ή τους θετούς γονείς και παράλληλα απαιτεί για την αποδοχή της αίτησης τη συναίνεση του θετού τέκνου που έχει συμπληρώσει το 12ο έτος. Δεν προκύπτει, δηλαδή, από το νόμο η δυνατότητα υποβολής της αίτησης του άρθρου 57 παρ. 3 από το θετό τέκνο, όταν οι θετοί γονείς έχουν αποβιώσει. Αυτό θα προϋπέθετε μια contra legem ερμηνεία που δε δικαιολογείται, αφού ο νόμος δίνει την πρωτοβουλία για τη μετατροπή της υιοθεσίας σε πλήρη, όπως και για την ίδια την τέλεση της υιοθεσίας, στο θετό γονέα, ενώ στο τέκνο μόνο το δικαίωμα να συναινέσει ή να αρνηθεί τη συναίνεσή του, και πάλι όπως για την τέλεση της υιοθεσίας. Αν ο θετός ή οι θετοί γονείς είναι ζωντανοί και επιθυμούν τη μετατροπή, θα υποβάλουν τη σχετική αίτηση. Αν ο θετός γονέας έχει αποβιώσει, δε δικαιολογείται η υποβολή της αίτησης από τον υιοθετούμενο ή τον επιζώντα έτερο θετό αυτού γονέα, αφού σε μια τέτοια περίπτωση, η μετατροπή των αποτελεσμάτων της υιοθεσίας, δεν αποσκοπεί, όπως είναι η ratio του άρθρου 57 παρ. 3 στην ενδυνάμωση της σχέσης μεταξύ υιοθετούντος και υιοθετούμενου, αλλά προφανώς, σε ρυθμίσεις κληρονομικών δικαιωμάτων του θετού τέκνου με συγγενείς του θετού γονέα ή και με τη φυσική του οικογένεια. Κατά τις συναφείς παραδοχές της υπ’ αριθμ. 2217/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, «Περαιτέρω, η νομιμοποίηση προς υποβολή αιτήσεως στην εκούσια δικαιοδοσία καθορίζεται κυρίως από το ουσιαστικό δίκαιο, το οποίο συνήθως περιορίζει τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα (Βλ. Π. Αρβανιτάκη: Οι διάδικοι στην πολιτική και διοικητική δίκη 2005 σελ. 170). Έτσι, είναι δυνατόν να μη νομιμοποιείται ατομικά ακόμη και το αμέσως ενδιαφερόμενο για την έκδοση της απόφασης πρόσωπο, όπως ο υιοθετούμενος ανήλικος στην αίτηση υιοθεσίας ή το θετό τέκνο στην αίτηση της διατάξεως του άρθρου 57 παρ. 3 Ν 2447/1996. Η τελευταία διάταξη ρητά ορίζει ως μόνο νομιμοποιούμενο πρόσωπο το θετό γονέα ή τους θετούς γονείς, ενώ στο θετό τέκνο, που συμπλήρωσε το δωδέκατο έτος, παρέχει μόνο τη δυνατότητα συναίνεσης ή άρνησης στην επιδιωκόμενη διάπλαση. Διασταλτική ερμηνεία, ώστε να συμπεριληφθούν και τα θετά τέκνα στα νομιμοποιούμενα πρόσωπα, όταν οι θετοί γονείς τους έχουν αποβιώσει, δεν επιτρέπεται, ως αντίθετη στη ratio της διάταξης, αφού η μετατροπή των αποτελεσμάτων της υιοθεσίας σε μια τέτοια περίπτωση δεν εξυπηρετεί το σκοπό της ενδυνάμωσης της σχέσης γονέα και τέκνου αλλά, προφανώς, ρυθμίσεις κληρονομικών δικαιωμάτων του θετού τέκνου με συγγενείς του αποβιώσαντος θετού γονέα (Βλ. Κ. Φουντεδάκη, ό.π. σελ. 431). Εξάλλου, το δικαστήριο, προκειμένου να κάνει δεκτή την αίτηση, ελέγχει μόνο τη συνδρομή δύο τυπικών προϋποθέσεων, την τέλεση υιοθεσίας ανηλίκου υπό το προϊσχύσαν δίκαιο και τη συναίνεση του θετού τέκνου που συμπλήρωσε το δωδέκατο έτος ή σε κάθε περίπτωση την ακρόαση της γνώμης του». Για το παραδεκτό της συζήτησης δεν είναι αναγκαία η τήρηση της προδικασίας του άρθρου 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθώς η ανωτέρω αίτηση, λαμβάνοντας υπόψη και την περιορισμένη έκταση του οικείου δικαστικού ελέγχου, αποτελεί ειδικό ένδικο βοήθημα που δεν εξομοιώνεται διαδικαστικά με την αίτηση υιοθεσίας. Εφαρμόζονται, δηλαδή, κατ’ αρχήν οι γενικές διατάξεις της εκουσίας δικαιοδοσίας, εκτός αν ρητά προβλέπεται η υπαγωγή της ως άνω αίτησης σε δικονομικές ρυθμίσεις της τέλεσης υιοθεσίας. Για το λόγο αυτό, ελλείψει ειδικής ρύθμισης και ενόψει του ελαστικού χαρακτήρα της εκουσίας δικαιοδοσίας, η κατά τόπο αρμοδιότητα για την εκδίκαση της ως άνω αίτησης εξευρίσκεται κατά περίπτωση, ανάλογα με το πού παρέχεται ταχύτερη και αποτελεσματικότερη έννομη προστασία. Προτιμάται, πάντως, το δικαστήριο της κατοικίας του αιτούντος.πηγήefotopoulou