Διαζύγιο – Ισχυρός κλονισμός λόγω διετούς διάστασης. Έννοια και προυποθέσεις

Η λύση της έγγαμης συμβίωσης γίνεται με δύο τρόπους, κατά το ελληνικό δίκαιο: με διαζύγιο ή με θάνατο ενός των συζύγων. Το διαζύγιο μπορεί να εκδοθεί είτε συναινετικά, είτε με αντιδικία, με την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης κατόπιν αγωγής ενός των συζύγων. Για να γίνει δεκτή η αγωγή διαζυγίου, πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει ο/ η ενάγων σύζυγος ισχυρό κλονισμό της έγγαμης συμβίωσης των συζύγων.

Μεταξύ άλλων κατ’ άρθρο 1439 παρ.3 ΑΚ ορίζεται ότι εφόσον δυο σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς για δύο τουλάχιστον χρόνια, τεκμαίρεται αμάχητα ισχυρός κλονισμός στον γάμο τους και μπορεί να εκδοθεί διαζύγιο, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά στο πρόσωπο του ενάγοντος. Επιπλέον, η συμπλήρωση του χρόνου διάστασης υπολογίζεται κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής και δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ των συζύγων.

Συγκεκριμένα έχει κριθεί νομολογιακά (απόφαση3518/2019 ΜονΠρωτΘεσ) ότι ως διάσταση νοείται η φυσική και ψυχική απομάκρυνση μεταξύ των συζύγων με την πρόθεση του ενός τουλάχιστον εξ αυτών να μην υπάρχει πλέον μεταξύ τους κοινωνία (ΑΠ 621/1999, ΕλλΔ/νη 41, 69, ΕφΘεσ 406/1999, Αρμ 53, 815, Θ. Παπαζήση, Οι έννοιες της κατοικίας, συμβίωσης και οικογενειακής στέγης στον Αστικό Κώδικα εις τιμ. τόμο Γ. Μιχαηλίδη – Νουάρου 1987 σ. 315-317). Συνήθως η διάσταση συνοδεύεται και από τη διακοπή του να κατοικούν ή να διαμένουν οι σύζυγοι στην ίδια οικία, είναι ωστόσο νοητή αυτή (η διάσταση) έστω και αν συνεχίζουν εκείνοι να κατοικούν ή να διαμένουν στην ίδια οικία σε διαφορετικούς βέβαια χώρους της για λόγους είτε οικονομικούς ή κοινωνικούς ή αναγόμενους στην ιδιοσυγκρασία τους (προσπάθειες που αποτυγχάνουν τελικώς για αναθέρμανση των σχέσεών τους) ή στην επιθυμία τους να μην τραυματίσουν ψυχικά τα κοινά τους παιδιά (ΑΠ 1096/1999 ό.π., ΑΠ 254/1999 ΕλλΔνη 40, 1042, Κουνουγέρη – Μανωλεδάκη, ό.π. σ. 389, Σκορίνη – Παπαρρηγοπούλου σε ΕρμΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου υπό άρθρο 1439 αρ. 147).

Η διάσταση αυτή μπορεί να αποδειχθεί με μάρτυρες ή με έγγραφα (π.χ. μισθωτήριο του ενός συζύγου). Είναι χαρακτηριστικό ότι το διαζύγιο με 2ετή διάσταση μπορεί να εκδοθεί ακόμη και αν η αγωγή γίνεται με πρωτοβουλία του συζύγου που εγκατέλειψε την συζυγική κατοικία, δηλαδή με υπαιτιότητα του ιδίου. Το δικαστήριο εξετάζει μόνο το αντικειμενικό γεγονός της υπερδιετούς διάστασης και εκδίδει σχετική απόφαση, χωρίς να υπεισέλθει σε ζητήματα υπαιτιότητας, π.χ. μοιχείας ή κακής συμπεριφοράς του εγκαταλείψαντα.

Όσον αφορά το καθ ύλη αρμόδιο δικαστήριο για την άσκηση αγωγής διαζυγίου, το άρθρο 17 περίπτωση 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ορίζει ότι το καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση διαφορών που αφορούν το διαζύγιο, την ακύρωση του γάμου, την αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας του γάμου, τις σχέσεις των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου, οι οποίες πηγάζουν από αυτόν, καθώς και εκείνες του άρθρου 592 αρ.2 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο.

Αναφορικά με την κατά τόπο αρμοδιότητα του δικαστηρίου λεκτέα ότι το άρθρο 33 ΚΠολΔικ ορίζει ότι διαφορές που αφορούν την ύπαρξη ή το κύρος δικαιοπραξίας εν ζωή, και όλα τα δικαιώματα που πηγάζουν από αυτήν, μπορούν να εισαχθούν και στοδικαστήριο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται ο τόπος όπου καταρτίστηκε η δικαιοπραξία ή όπου πρέπει να εκπληρωθεί η παροχή εισάγοντας στα πλαίσια αυτά ειδική συντρέχουσα δωσιδικία από το άρθρο 33 ΚΠολΔικ, η οποία συντρέχει παράλληλα με την γενική συντρέχουσα δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου, η οποία θεμελιώνεται στο άρθρο 22 ΚΠολΔικ.