Προσβολή προσωπικότητας και δικαίωμα αποζημίωσης. Προυποθέσεις αποζημίωσης και αξιώσεις που απορρέουν.

Σύμφωνα με το άρθρο 57 ΑΚ: «Όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται».

Κατά το άρθρο 59 δε του ίδιου Κώδικα «στις περιπτώσεις των άρθρων 57 και 58 το δικαστήριο με απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί» και ειδικότερα να τον υποχρεώσει (τον υπαίτιο) σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε άλλο επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Προστατεύεται έτσι με τα παραπάνω άρθρα η προσωπικότητα και κατ’ επέκταση η αξία του ανθρώπου ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρ. 2§1 του Συντάγματος (ΑΠ 1735/2009).

Με τις διατάξεις αυτές προστατεύεται με άλλα λόγια το απόλυτο δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αποτελεί το πλέγμα των αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση ενός προσώπου, με το οποίο αναπόσπαστα είναι συνδεδεμένα, τα οποία βεβαίως δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά συνιστούν εκφάνσεις του επί της προσωπικότητας ενιαίου και αυτοτελούς δικαιώματος. Δηλαδή περιλαμβάνεται σε αυτήν κάθε στοιχείο που αποτελεί τη σωματική, ψυχική, πνευματική και κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου.

Το δικαίωμα στην προσωπικότητα είναι απόλυτο, υπό την έννοια ότι αναπτύσσει την ενέργειά του εναντίον κάθε τρίτου προσβολέα, απαράγραφο αυτό καθ’ εαυτό με υπαγόμενες στην παραγραφή μόνο των απορρεουσών εξ αυτού αξιώσεων, ακατάσχετο, απολύτως προσωπικό, αφού βρίσκεται σε αναπόσπαστο σύνδεσμο με το πρόσωπο του φορέα και συνεπώς είναι ακληρονόμητο και αμεταβίβαστο, με εξαίρεση ορισμένες εκφάνσεις του που ο νόμος κατ’ εξαίρεση επιτρέπει (π.χ. στο όνομα, προϊόντα διανοίας), ενιαίο και αυτοτελές και δε μπορεί να ανήκει σε περισσότερους, ενώ είναι τέλος συν τοις άλλοις δημοσίας τάξης, καθόσον ενδιαφέρεται γι’ αυτό άπασα η δημόσια τάξη.

Εξαντλητική απαρίθμηση των αγαθών που συνθέτουν το περιεχόμενο του δικαιώματος της προσωπικότητας δεν είναι δυνατή. Γίνεται πάντως δεκτό, ότι τα κυριότερα από τα αγαθά που εμπίπτουν στην προστασία του άρθρου 57 είναι: α) τα σωματικά αγαθά (η ζωή, η υγεία, η σωματική ακεραιότητα κλπ), β) τα ψυχικά αγαθά (ψυχική υγεία, συναισθηματικός κόσμος, ο οποίος προσβάλλεται κατά κανόνα δευτερογενώς συνεπεία άλλης παράνομης πράξης που στρέφεται κατά του προσβαλλόμενου και προκαλεί σε αυτόν σωματικό ή ψυχικό πόνο), γ) η εξωτερική τιμή κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι για αυτόν, ή αλλιώς στην αποδιδόμενη σε αυτόν ηθική αξία λόγω της δικανικής του ικανότητας και του ανεπίληπτου ήθους, δ) η ελευθερία και ειδικότερα η ελευθερία για ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και επιχείρηση κάθε ενέργειας, στ) η αναπαράσταση της εικόνας, της φωνής και γενικώς της ζωής του ανθρώπου, ζ) το άσυλο της κατοικίας, που διασφαλίζεται και συνταγματικά και ποινικά κλπ.

Τέτοια προστατευόμενα αγαθά ιδωμένα υπό το γενικότερο πρίσμα της προσωπικότητας είναι, όπως προεκτέθηκε, μεταξύ άλλων, η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των ιδιαίτερων κοινωνικών του έργων ή του επαγγέλματός του.

Για την εφαρμογή της 57 ΑΚ, δηλαδή την παροχή προστασίας σύμφωνα με τους ορισμούς της στο δικαίωμα επί της προσωπικότητας πρέπει να συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις δηλαδή προσβολή, προσβολή παράνομη, προσβολή από τρίτο, όχι όμως και υπαιτιότητα του προσβάλλοντος με εξαίρεση την αξίωση αποζημίωσης, η οποία παρέχεται κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών. Προσβολή της προσωπικότητας υφίσταται σε κάθε περίπτωση μειωτικής επέμβασης στη σφαίρα αυτής, από τρίτο, δηλαδή σε οποιοδήποτε από τα αγαθά που συνθέτουν την προσωπικότητα του άλλου, που συντελούν συντελεστές, προσδιοριστικά στοιχεία της ταυτότητας του ανθρώπου, με την οποία διαταράσσεται η κατάσταση που υπάρχει σε μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής ή ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής προσωπικότητας του βλαπτόμενου κατά το χρονικό σημείο της προσβολής. Σε κάθε έκφανση αντιστοιχεί και ιδιαίτερος τρόπος προσβολής, που μπορεί να συντελεστεί και με παράλειψη. Ακόμη μπορεί να αφορά ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του ανθρώπου, ακόμη και όταν αυτές την καθιστούν ύποπτο ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους, κατά την ενάσκηση των επαγγελματικών καθηκόντων ή άλλων εκφάνσεων της δραστηριότητάς του.

Προϋποθέσεις για την προστασία της προσωπικότητας με τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων είναι κατά συνέπεια και με βάση τη νομολογία:

α) η ύπαρξη προσβολής της προσωπικότητας με πράξη ή παράλειψη άλλου που διαταράσσει μια ή περισσότερες εκδηλώσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του βλαπτόμενου κατά τη στιγμή της προσβολής, β

) η προσβολή να είναι παράνομη που συμβαίνει, όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με βάση δικαίωμα, το οποίο όμως είτε είναι μικρότερης σπουδαιότητας στο πλαίσιο της έννομης τάξης είτε ασκείται καταχρηστικά κατά την έννοια των άρθρων 281 ΑΚ και 25§3 του Συντάγματος και

γ) πταίσμα του προσβολέα, όταν πρόκειται ειδικότερα για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας της παράνομης προσβολής της προσωπικότητας (ΟλΑΠ 2/2008, ΑΠ 1599/2000, 333/2010, 356/2010, 1007/2010). Στην περίπτωση αυτή η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ασφαλώς ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας (ΑΠ 167/2000), οπότε συνδυαστικά εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρ. 914, 919, 920 και 932 ΑΚ, ιδίως για την αποκατάσταση της τυχόν υλικής ζημίας του προσβληθέντος (άρθρ. 57§2 ΑΚ), ενώ αδιάφορη για το χαρακτήρα της προσβολής ως παράνομης είναι η φύση της διάταξης που ενδέχεται με την προσβολή να παραβιάζεται και η οποία έτσι μπορεί να ανήκει σε οποιοδήποτε κλάδο ή τμήμα του δικαίου.

Εξάλλου σύμφωνα με το άρθρο 914 ΑΚ όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του αποζημίωση για ηθική βλάβη. Αυτό ισχύει κυρίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της τιμής, της υγείας ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. πηγήefotopoulou

Τέλος αξίζει να αναφερθεί πως γενικότερα αξιώσεις απορρέουσες από την προσβολή του απόλυτου δικαιώματος και κορυφαίου έννομου αγαθού της προσωπικότητας είναι οι εξής:

1. Αξίωση για άρση της προσβολής (ΑΚ 57 παρ. 1 εδ.α’): η προσβολή πρέπει να είναι παράνομη και υφιστάμενη. Προκειμένου να θεωρηθεί η προσβολή υφιστάμενη αρκεί είτε να προηγήθηκε και να υπάρχει κίνδυνος επανάληψής της στο μέλλον είτε να επίκειται για πρώτη φορά στο μέλλον, ενώ δεν απαιτείται υπαιτιότητα. Αίτημα της αγωγής είναι η επαναφορά στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την προσβολή (π.χ. ανασκευή δημοσιεύματος της εφημερίδας που παρουσίασε τον μάρτυρα ως κατηγορούμενο).

2. Αξίωση για παράλειψη της προσβολής στο μέλλον (ΑΚ 57 παρ. 1 εδ α’): σύμφωνα με το γράμμα της διάταξης, προϋποθέσεις της αξιώσεως αυτής είναι προηγούμενη παράνομη προσβολή και ύπαρξη βάσιμου κινδύνου επανάληψης της στο μέλλον.

3. Αξίωση προς αποζημίωση (ΑΚ 57 παρ. 2): πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αδικοπραξίας, δηλαδή η προσβολή να συνιστά παράνομη συμπεριφορά, να υπάρχει υπαιτιότητα και περιουσιακή ζημία, η οποία να συνδέεται αιτιωδώς με την προσβολή. Η αξίωση περιεχόμενο της οποίας είναι η καταβολή αποζημιώσεως υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, ενώ ειδική περίπτωση αξίωσης αποζημιώσεως από προσβολή προσωπικότητας αποτελεί η ΑΚ 920.

4. Αξίωση για ικανοποίηση ηθικής βλάβης: είναι βλάβη μη περιουσιακή, η οποία συνίσταται στον ψυχικό πόνο που αισθάνεται κανείς λόγω της προσβολής της προσωπικότητάς του. Η αξίωση προϋποθέτει παράνομη προσβολή και κατά την νομολογία και πταίσμα, ενώ η κρατούσα θέση στη θεωρία είναι αντίθετη.